Δευτέρα 21 Ιουνίου 2010

VIII


Το μουσείο στο εσωτερικό του της φάνηκε αρκετά λιτό αλλά επιβλητικό σε μέγεθος। Ήταν σύγχρονης αρχιτεκτονικής και το μέταλο κυριαρχούσε στο χώρο। Με το νωπό από την αναπάντεχη απόπειρα βροχής εισητήριο, κινήθηκε προς τις, εντυπωσιακής κατασκευής, κυλιόμενες σκάλες και κατευθύνθηκε προς τον δεύτερο όροφο, όπου φιλοξενούνταν η έκθεση। Μπαίνοντας στην αίθουσα το λευκό κατέκλισε τα μάτια της। Εκθαμβωτικό λευκο και στο βάθος μια ομάδα ανθρώπων, μπροστά από ένα γκρίζο πίνακα। Προχώρησε αισθητά μουδιασμένη, ένιωθε περίεργα στο χώρο।Κάπως αταίριαστη με το περιβάλλον... το κεφάλι της πιεζόταν από εκείνη την μουσική που συνόδευε τις καθιερωμένες της ημικρανίες॥το λευκό έτσουζε τα μάτια της॥Όρθωσε το ανάστημα με πέισμα και προς ένδειξη αυτοπεποίθησης προς την ίδια και πρός τους άλλους και κατόρθωσε με εσωτερικό κόπο να φθάσει στον κεντρικό χώρο। ¨ολοι οι παρευρισκόμενοι θαύμαζαν εκστασιασμένοι το μεγάλο πίνακα που απεικόνιζε το φυλλάδιο πού είχε πέσει στα χέρια της το ίδιο απόγευμα। Έμεινε κ εκείνη να τον κοιτάζει με τον ίδιο θαυμασμό। Έναν θαυμασμό που δεν ήξερε να τεκμηριώσεισε αντίθεση με τους λόγιους παρευρισκόμενους, οι οποίοι προς ένδειξη ή μάλλον επίδειξη των γνώσεων τους δεν σταματούσαν εκείνον τον ενοχλητικό ψίθυρο που της ενέτεινε την ημικρανία।
Πλησίασε με θράσος έναν νεαρό λυγερόκορμο κύριο και τον ρώτησε ευγενικά παρόλα αυτά , εάν γνώριζε από πού θα μπορούσε να προμηθευτεί ένα πρόγραμμα της έκθεσης। Ήθελε οπωσδήποτε να διαβάσει το βιογραφικό του ζωγράφου। Την είχε εντυπωσιάσει η αίσθηση που ένιωθε με αυτούς τους πίνακες και θα ήθελε να δει τυχόν προηγούμενες δουλειές του। Ο ευγενικός νέος της έδωσε το δικό του πρόγραμμα χωρίς να πει ιδιίτερα πολλές κουβέντες, όμως εκείνη συνέχισε απτόητη τις ερωτήσεις। Αντιλαμβανόμενη την απόσταση και για να σπάσει τον πάγο, του λέει χαμηλόφωνα,πηγαίνοντας συνωμοτικα προς το μέρος του:"Βλέπω καπνό να βγαίνει πίσω από την κουρτίνα στο βάθος,ίσως έχουμε θεατές॥κι εμείς φανταστείτε πως είμαστε οι πρωταγωνιστες σ'ένα έργο βαρετό, άλλα όσο βαρετό κι αν είναι, εμείς οφείλουμε να παίζουμε, άρα τουλάχιστον να μιλάμε।"
Ο νέος κοίταξε ανέκφραστος σχεδόν την κουρτίνα, έγνεψε συγκαταβατικά αφήνοντας ένα ανεπαίσθητο χαμόγελο στην μικρή νεαρά κι οδηγήθηκε προς την έξοδο। Η Νάντια τον κοίταξε απορρημένη για λίγο κι ύστερα σκέφτηκε πως εν μέσω κρίσης ημικρανίας καλύτερο θα ήταν να κρατάει το στόμα της κλειστό। Ωστόσο το βλέμμα της απέσπασε ένας τοσοδούλικος καμβάς που ήταν τοποθετημένος στο βάθος της αίθουσας, δίπλα ακριβώς από την μπλε κουρτίνα। Πλησίασεκ έμεινε να τον κοιτάζει προσπαθώντας να καταλάβει τι ακριβώς συμβόλιζε। Επρόκειτο για έναν γκρι πίνακα με κόκκινες γραμμές που με τις ενώσεις τους προσπαθούσαν να σχηματίσουν με μη ρεαλιστικό τρόπο ένα χέρι। Έστρεψε την πλάτη στον πίνακα, εστίασε στο χέρι της και ακόμα και όταν σκοντάφτοντας πάνω σε αγνώστους ,κατάφερε να βγει από το κτήριο, τα μάτια της ήταν ακόμα καρφωμένα στο πάνω μέρος του χεριού της। Δεν βρήκε καμία ομοιότητα.

2 σχόλια:

  1. Όμορφο κείμενο, αισθάνθηκα την ίδια ταλάντευση, ίσως και κάποια πικρία. Αυτό μπορεί να είναι δικό μου συναίσθημα, όμως έχω σκεφτεί το ίδιο, όσες φορές έχω επισκεφτεί τέτοιους ''χώρους'', ακούγοντας τις χαμηλόφωνες φλυαρίες των ειδημόνων, και πάντα είχα την εντύπωση, οτι η ''τέχνη'' μάλλον απουσιάζει, αν με αυτόν τον όρο εννοούμε τη βίωσή της..σε κούρασα, χαιρετώ..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ευχαριστώ Eriugena, όχι δεν με κούρασες. Απλώς προς υπενθύμιση και λόγω δικής μου παράλειψης, έχω να πω πως σε αυτό το ιστολόγιο δημοσιεύεται μία ιστορία σε συνέχειες.Δεν είναι αυτοτελή κείμενα.Το πρώτο είναι η παραμυθίαση. Σ'ευχαριστώ και πάλι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή